Revoltoso είναι επίθετο.
/reβolˈtoso/
Η λέξη revoltoso χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που είναι ατίθασο, ανυπότακτο ή φυσικά ανήσυχο. Συχνά χρησιμοποιείται σε συζητήσεις σχετικά με παιδιά ή ζώα που δεν υπακούν εύκολα ή είναι γεμάτα ενέργεια. Στα Ισπανικά, χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στον ανεπίσημο λόγο.
Ο σκύλος είναι πολύ ατίθασος και δεν σταματά να τρέχει μέσα στο σπίτι.
Mi hijo es revoltoso y siempre está haciendo travesuras.
Ο γιος μου είναι ατίθασος και πάντα κάνει σκανταλιές.
La reunión fue revoltosa, con muchas opiniones encontradas.
Η λέξη revoltoso μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Βγάλε τον ατίθασο που κρύβεις μέσα σου.
No seas tan revoltoso en clase.
Μην είσαι τόσο ανήσυχος στην τάξη.
Un niño revoltoso necesita límites.
Ένα ατίθασο παιδί χρειάζεται όρια.
No es un buen día para ser revoltoso.
Δεν είναι καλή μέρα για να είσαι αναρχικός.
Con ese carácter revoltoso, le costará hacerse amigos.
Η λέξη revoltoso προέρχεται από το ρήμα revolver, που σημαίνει "ανακατεύω" ή "αναστατώνω". Η ρίζα υποδηλώνει την έννοια της αναταραχής ή της μη υπακοής.
Συνώνυμα: - indómito (ατίθασος) - travieso (σκανταλιάρης)
Αντώνυμα: - dócil (υπάκουος) - obediente (υπακοη)
Αυτή η ανάλυση της λέξης revoltoso παρέχει μια εις βάθος κατανόηση της σημασίας και της χρήσης της στη γλώσσα Ισπανικά, καθώς και παραδείγματα και ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με αυτήν.