Rodado είναι επιθετικός (επίθετο).
Фωνητική μεταγραφή: /roˈðaðo/
Η λέξη "rodado" προέρχεται από το ρήμα "rodar", που σημαίνει "να κυλάς". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει αντικείμενα που έχουν στρογγυλή ή κυλινδρική μορφή, ή που έχουν τη δυνατότητα να κυλούσαν. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή στην καθημερινή γλώσσα, χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Οι κυλινδρικοί κύλινδροι είναι πιο εύκολοι στην κίνηση.
Me gusta jugar con pelotas rodadas en el parque.
Η λέξη "rodado" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν μερικές από αυτές:
Ayer me sentí rodado en el trabajo.
Rueda de la fortuna (ο τροχός της τύχης):
La rueda de la fortuna rodó y le tocó el premio.
No todo lo que brilla es oro, aunque parezca rodado.
Η λέξη "rodado" προέρχεται από το ισπανικό ρήμα "rodar", το οποίο σημαίνει "να κυλάς" και συνδέεται με τη λέξη "rueda" (ρόδα), που έχει τις ρίζες της στη λατινική λέξη "rota".
Συνώνυμα: - Cilíndrico (κυλινδρικός) - Redondo (στρογγυλός)
Αντώνυμα: - Cuadrado (τετράγωνος) - Plano ( επίπεδος)