Rollizo είναι ένα επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: /roˈliθo/ (στην ισπανική προφορά της Ισπανίας) ή /roˈlizo/ (στην ισπανική προφορά της Λατινικής Αμερικής).
Η λέξη rollizo περιγράφει κάτι ή κάποιον που έχει παχιά ή σφαιρική μορφή. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφέρει ανθρώπους ή ζώα με παχουλή ή στρογγυλή εμφάνιση. Η λέξη χρησιμοποιείται σε καθημερινές συζητήσεις και είναι πιο συνηθισμένη στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να βρεθεί και σε γραπτά κείμενα.
El gato de mi abuela es rollizo.
(Η γάτα της γιαγιάς μου είναι παχιά.)
Esa muñeca es muy rolliza y adorable.
(Αυτή η κούκλα είναι πολύ παχουλή και συμπαθητική.)
Me gusta la fruta rolliza y jugosa.
(Μου αρέσει ο στρογγυλός και ζουμερός καρπός.)
Η λέξη rollizo δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες φράσεις για να εκφράσει την αίσθηση άνεσης ή πληρότητας.
Estar rollizo como un armadillo.
(Να είσαι παχύς όπως ένα κοάτι.) - Αυτή η έκφραση μπορεί να σημαίνει ότι κάποιος είναι πολύ παχύς ή αναπαυτικός.
A veces, ser rollizo es muy saludable.
(Μερικές φορές, το να είσαι παχύς είναι πολύ υγιεινό.) - Χρησιμοποιείται για να δείξει ότι η παχύτητα μπορεί να σχετίζεται με την υγεία.
Η λέξη rollizo προέρχεται από το ισπανικό ρήμα "rollizar," το οποίο σημαίνει "να γίνει ρολό ή να γίνει στρογγυλό." Αυτό υποδηλώνει μια διαδικασία όπου κάτι αποκτά μια στρογγυλή ή παχιά μορφή.
Συνώνυμα: - Gordo (παχουλός) - Grueso (παχύς)
Αντώνυμα: - Delgado (λεπτός) - Esbelto (κομψός)