Η λέξη "romo" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "romo" χρησιμοποιώντας το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA) είναι: [ˈromo].
Η λέξη "romo" χρησιμοποιείται συνήθως για να περιγράψει κάτι που είναι θολό, στραβό ή όχι κοφτερό. Στη γλώσσα των οπλών, μπορεί να αναφέρεται σε αντικείμενα που δεν έχουν αιχμές. Χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό λόγο καθώς και σε γραπτές περιγραφές, αλλά έχει προτίμηση στην καθημερινή ομιλία.
La cuchilla está roma.
(Η λεπίδα είναι σπασμένη.)
Necesito afilar el lápiz porque está roma.
(Πρέπει να ξύσω το μολύβι γιατί είναι σπασμένο.)
El cuchillo no corta porque está roma.
(Το μαχαίρι δεν κόβει γιατί είναι σπασμένο.)
Στα ισπανικά, η λέξη "romo" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις:
Estar en la roma.
(Να είναι κάποιος σε κακή κατάσταση.)
Είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση.
Una mente roma.
(Μια θολή ή παραληρητική σκέψη.)
Η σκέψη του είναι θολή και συγχυσμένη.
Cortar en la roma.
(Να κόψεις κάτι χωρίς καλή προετοιμασία.)
Θα χρειαζόσουν να προετοιμάσεις πρώτα πριν κόψεις στη θολή.
Η λέξη "romo" προέρχεται από την λατινική λέξη "rūmus", που αναφέρεται σε κάτι που έχει θολό ή στρογγυλεμένο άκρο.
desafilado (ξεθωριασμένο)
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα της λέξης "romo" στη ισπανική γλώσσα, τη χρήση της, καθώς και τη σημασία της σε διάφορα πλαίσια.