Ρήμα
/roˈtaɾ/
Η λέξη "rotar" χρησιμοποιείται στα ισπανικά για να περιγράψει τη δράση της περιστροφής ή του γυρίσματος ενός αντικειμένου γύρω από έναν άξονα. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια και παρατηρείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Συνήθως χρησιμοποιείται σε τεχνικά ή καθημερινά συμφραζόμενα.
El disco tiene que rotar para funcionar correctamente.
(Ο δίσκος πρέπει να περιστρέφεται για να λειτουργεί σωστά.)
Cuando giras la manivela, el motor comienza a rotar.
(Όταν γυρίσεις τη μανιβέλα, ο κινητήρας αρχίζει να περιστρέφεται.)
Es importante rotar los cultivos para mantener la tierra fértil.
(Είναι σημαντικό να περιστρέφουμε τις καλλιέργειες για να διατηρούμε το έδαφος γόνιμο.)
Η λέξη "rotar" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες φράσεις που σχετίζονται με την περιστροφή ή την αλλαγή.
Rotar sobre uno mismo.
(Περιστρέφομαι γύρω από τον εαυτό μου.)
Χρησιμοποιείται για να εκφράσει την έννοια της αυτοανασκόπησης.
Rotar imágenes en una presentación.
(Περιστροφή εικόνων σε μια παρουσίαση.)
Χρησιμοποιείται συχνά σε επαγγελματικά ή τεχνικά περιβάλλοντα.
Rotar tareas en el trabajo.
(Περιστροφή καθηκόντων στη δουλειά.)
Αναφέρεται στην πρακτική της ανάθεσης ή εναλλαγής των καθηκόντων μεταξύ των εργαζομένων.
Η λέξη "rotar" προέρχεται από το λατινικό "rotare," που σημαίνει "να περιστρέφεις." Συνδέεται άμεσα με τη λέξη "rota," που σημαίνει "κύκλος."