Η λέξη "rotativo" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: [ro.taˈti.βo]
Η λέξη "rotativo" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που κινείται ή αλλάζει θέση κυκλικά ή διαρκώς. Σε νομικά και πολυτεχνικά συμφραζόμενα, μπορεί να αναφέρεται σε διαδικασίες, μηχανισμούς ή σχήματα που είναι εναλλασσόμενα ή περιστροφικά. Είναι περισσότερο συνηθισμένη σε γραπτό κείμενο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο.
Το περιστροφικό γραφείο χρησιμοποιείται σε πολλές γραφείες για να εξοικονομήσει χώρο.
Los sistemas rotativos son muy útiles en la tecnología moderna.
Τα περιστροφικά συστήματα είναι πολύ χρήσιμα στην σύγχρονη τεχνολογία.
El periódico tiene un enfoque rotativo para sus ediciones.
Η λέξη "rotativo" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως αναφερόμενη σε κυκλικές διαδικασίες ή σε εναλλασσόμενα στοιχεία. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:
"Ένα εναλλασσόμενο ημερολόγιο βοηθάει στον προγραμματισμό εργασιών."
"Los gastos rotativos en la empresa deben ser controlados cuidadosamente."
"Οι εναλλασσόμενες δαπάνες στην επιχείρηση πρέπει να ελέγχονται προσεκτικά."
"El sistema rotativo de asientos en el teatro permite a más personas disfrutar de la función."
"Το περιστροφικό σύστημα θέσεων στο θέατρο επιτρέπει σε περισσότερους ανθρώπους να απολαύσουν την παράσταση."
"El uso de maquinaria rotativa está aumentando en la industria pesada."
"Η χρήση περιστροφικών μηχανημάτων αυξάνεται στη βαριά βιομηχανία."
"El modelo rotativo de producción facilita la eficiencia en la fabricación."
"Το περιστροφικό μοντέλο παραγωγής διευκολύνει την αποδοτικότητα στην κατασκευή."
"Un enfoque rotativo puede ser beneficioso en las reuniones de grupo."
Η λέξη "rotativo" προέρχεται από το λατινικό "rotativus," το οποίο προέρχεται από το "rota," που σημαίνει "τροχός."
Συνώνυμα: - cíclico (κυκλικός) - alternativo (εναλλασσόμενος)
Αντώνυμα: - fijo (σταθερός) - estático (στατικός)