Το "ruda" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/ruda/
Η λέξη "ruda" αναφέρεται σε διάφορες φυτικές ποικιλίες που κλασικά περιλαμβάνουν την πικραλία (Ruta graveolens), η οποία χρησιμοποιείται συχνά στη βοτανολογία για τις θεραπευτικές της ιδιότητες. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα που σχετίζονται με τη βοτανική και φυτοθεραπεία. Είναι σχετικά συχνή στα γραπτά κείμενα που αφορούν τη βοτανολογία, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στην προφορική ομιλία.
Στην αρχαιότητα, χρησιμοποιούσαν την ρίγανη για να προστατεύονται από τα κακά πνεύματα.
Mi abuela siempre decía que la ruda es buena para la salud.
Η λέξη "ruda" μπορεί να εμφανίζεται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα, κυρίως σε αλληλοσύνδεση με προλήψεις ή λαϊκές θεραπείες.
Traducción: Προσπαθήστε να ρίξετε ρίγανη σε κάποιον όταν πιστεύετε ότι έχει κακές προθέσεις.
Huele a ruda (Μυρίζει ρίγανη), εκφράζεται όταν κάτι φαίνεται ή ακούγεται ύποπτο.
Η λέξη "ruda" προέρχεται από το λατινικό "ruta", το οποίο αναφερόταν στα φυτά του γένους Ruta. Η χρήση της έχει ιστορική διάσταση στην ιατρική και την παραδοσιακή θεραπευτική, ιδιαίτερα στη Μεσογειακή περιοχή.
Συνώνυμα: - ρίγανη (όταν αναφέρεται σε φαρμακευτική χρήση)
Αντώνυμα: - (Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα αντώνυμα καθώς η ρίζα της λέξης σχετίζεται με συγκεκριμένο φυτικό είδος).