rudimentario - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

rudimentario (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "rudimentario" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "rudimentario" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /rudi­menˈtaɾjo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "rudimentario" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι βάση, απλό ή ανώριμο, συχνά αναφερόμενη σε απλές ή στοιχειώδεις μορφές ανάπτυξης ή γνώσης. Στην ιατρική μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει απλές διαδικασίες ή πρώτες έννοιες που δεν έχουν αναπτυχθεί πλήρως.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι σχετικά καλή και χρησιμοποιείται και στους δύο λόγους (προφορικό και γραπτό), αν και ίσως περισσότερες φορές στο γραπτό, ειδικά σε επιστημονικά κείμενα ή αναφορές.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. Los métodos rudimentarios de enseñanza no son efectivos en la educación moderna.
  2. Οι πρωτόγονοι μέθοδοι διδασκαλίας δεν είναι αποτελεσματικοί στη σύγχρονη εκπαίδευση.

  3. Su conocimiento era rudimentario y necesitaba ser ampliado.

  4. Η γνώση του ήταν στοιχειώδης και χρειαζόταν να επεκταθεί.

  5. La tecnología rudimentaria que usaban en el pasado ha evolucionado mucho.

  6. Η στοιχειώδης τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν στο παρελθόν έχει εξελιχθεί πολύ.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "rudimentario" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν μερικές:

  1. Tener una educación rudimentaria.
  2. Έχω μια στοιχειώδη εκπαίδευση.

  3. Aprender de manera rudimentaria.

  4. Μαθαίνω με πρωτόγονο τρόπο.

  5. Una técnica rudimentaria, pero efectiva.

  6. Μια πρωτόγονη τεχνική, αλλά αποτελεσματική.

  7. Su comprensión del tema es todavía rudimentaria.

  8. Η κατανόησή του στο θέμα είναι ακόμα στοιχειώδης.

  9. Viven en condiciones rudimentarias.

  10. Ζουν σε πρωτόγονες συνθήκες.

  11. El diseño rudimentario de la herramienta limita su uso.

  12. O στοιχειώδης σχεδιασμός του εργαλείου περιορίζει τη χρήση του.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "rudimentario" προέρχεται από τη λατινική λέξη "rudimentarius", που σημαίνει "αρχαίος" ή "πρώιμος", που σχετίζεται με τον όρο "rudimentum", ο οποίος αναφέρεται σε κάτι που βρίσκεται στα αρχικά του στάδια ή στη βάση του.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - πυρήνας - αρχαϊκός - βασικός

Αντώνυμα: - προχωρημένος - ανεπτυγμένος - σύνθετος



23-07-2024