rural - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

rural (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "rural" είναι ανεπίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή στη διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA) είναι [ˈru.ɾal].

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "rural" αναφέρεται σε περιοχές ή χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την εξοχή και την αγροτική ζωή. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των γεωγραφικών και κοινωνικών επιστημών για να περιγράψει περιοχές με λιγότερη αστική ανάπτυξη και μεγαλύτερη φυσική ομορφιά. Στην ισπανική γλώσσα, η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, συναντάται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο, αλλά έχει πιο προφανή παρουσία σε κείμενα που αναφέρονται στη γεωγραφία και την ανάπτυξη της υπαίθρου.

Παραδείγματα

  1. La vida rural es más tranquila que la urbana.
  2. Η αγροτική ζωή είναι πιο ήρεμη από την αστική.

  3. Los poblados rurales suelen tener tradiciones muy antiguas.

  4. Οι αγροτικές κοινότητες συνήθως έχουν πολύ παλιές παραδόσεις.

  5. El turismo rural está en auge en las últimas décadas.

  6. Ο αγροτικός τουρισμός είναι σε άνθιση τις τελευταίες δεκαετίες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "rural" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, συνδέοντας την με την υπαίθρια ζωή και τις παραδόσεις.

  1. El encanto rural de la aldea atrae a turistas.
  2. Η αγροτική γοητεία του χωριού προσελκύει τουρίστες.

  3. Vivir en una zona rural ofrece una conexión especial con la naturaleza.

  4. Η ζωή σε μια αγροτική περιοχή προσφέρει μια ειδική σύνδεση με τη φύση.

  5. La arquitectura rural en España refleja su rica historia y cultura.

  6. Η αγροτική αρχιτεκτονική στην Ισπανία αντικατοπτρίζει την πλούσια ιστορία και κουλτούρα της.

  7. Las ferias rurales son lugares ideales para conocer productos autóctonos.

  8. Οι αγροτικές εκθέσεις είναι ιδανικά μέρη για να γνωρίσετε τοπικά προϊόντα.

  9. Se fomenta el desarrollo rural para mejorar la calidad de vida en el campo.

  10. Προωθείται η αγροτική ανάπτυξη για να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής στην εξοχή.

Ετυμολογία

Η λέξη "rural" προέρχεται από το λατινικό "ruralis", που σημαίνει "από την εξοχή", το οποίο είναι παράγωγο του "rus", που σημαίνει "χώρα" ή "εξοχή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - agrícola (αγροτικός) - campestre (αγροτικός ή υπαίθριος)

Αντώνυμα: - urbano (αστικός) - citadino (πολιτικός)



22-07-2024