Sacada είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλ phάβητου: [saˈkaða].
Η λέξη sacada προέρχεται από το ρήμα "sacar", που σημαίνει "να βγάζω" ή "να αφαιρώ". Χρησιμοποιείται σε διάφορα συμφραζόμενα, κυρίως για να περιγράψει την πράξη της αφαίρεσης ή εκτέλεσης μιας κίνησης ή μιας δράσης σε αθλητικά ή καθημερινά περιβάλλοντα.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα Ισπανικά, τόσο στο γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο κοινή σε αθλητικά ή τεχνικά συμφραζόμενα.
Η αφαίρεση της μπάλας ήταν εντυπωσιακή.
Realizó una sacada para ganar el partido.
Η λέξη "sacada" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Μετάφραση: Να δείξω θάρρος.
Sacada de cartas
Μετάφραση: Αφαίρεση καρτών.
Aprovechar la sacada
Μετάφραση: Να εκμεταλλευτώ την ευνοϊκή στιγμή.
Sacada de conclusión
Μετάφραση: Καταλήγω σε συμπέρασμα.
Dar una sacada
Η λέξη "sacada" προέρχεται από το ρήμα "sacar", που έχει ρίζες στα Λατινικά, στο ρήμα "sacare", το οποίο σημαίνει "να βγάζω" ή "να αφαιρώ". Η μορφή "sacada" έχει προφανή σημασία που σχετίζεται με την αφαίρεση ή την εκτέλεση.
Συνώνυμα: - Aferremiento (αφαίρεση) - Ejecución (εκτέλεση)
Αντώνυμα: - Inclusión (συμπερίληψη) - Agregación (σύνθεση)