sacerdote - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

sacerdote (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "sacerdote" είναι ένα ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/haseɾˈðote/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "sacerdote" αναφέρεται σε άτομο που έχει αναλάβει θρησκευτικά καθήκοντα, συνήθως μέσα σε μια θρησκεία ή μια λατρεία, και έχει την ευθύνη της τέλεσης μυστηρίων, προσευχών και άλλων θρησκευτικών τελετών. Χρησιμοποιείται συχνά στην Ισπανική γλώσσα σε θρησκευτικά και πολιτιστικά πλαίσια. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να παρατηρείται περισσότερη στο γραπτό, δεδομένου ότι μιλάμε συχνά για τη θρησκεία με πιο επίσημο τρόπο σε κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "sacerdote" μπορεί να εμφανίζεται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις:

Ετυμολογία

Η λέξη "sacerdote" προέρχεται από το Λατινικό "sacerdos", το οποίο σημαίνει "ιερέας", από τις λέξεις "sacer" (ιερός) και "dare" (δώρο).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - clérigo (κληρικός) - ministro (υπουργός, σε θρησκευτικό πλαίσιο) - eclesiástico (εκκλησιαστικός)

Αντώνυμα: - laico (κοσμικός, μη θρησκευτικός) - secular (κοσμικός)



22-07-2024