saciedad - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

saciedad (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

saciedad: ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/saθjeˈðad/ (στην ισπανική εκδοχή της Ισπανίας) ή /saʃjeˈðad/ (στη λατινική αμερικανική εκδοχή).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη saciedad αναφέρεται στην κατάσταση του να είσαι κορεσμένος ή ικανοποιημένος, συνήθως σχετική με την αίσθηση της πείνας ή του φαγητού. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την αίσθηση πληρότητας μετά την κατανάλωση τροφής. Στη γλώσσα των Ισπανών, έχει συχνή χρήση κυρίως στον γραπτό λόγο, αλλά είναι επίσης κοινή στον προφορικό.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. Después de comer una pizza grande, sentí mucha saciedad.
    Μετά το να φάω μια μεγάλη πίτσα, ένιωσα πολύ κορεσμό.

  2. La saciedad es importante para mantener una dieta equilibrada.
    Ο κορεσμός είναι σημαντικός για την διατήρηση μιας ισορροπημένης διατροφής.

  3. El secreto para perder peso es controlar la saciedad.
    Το μυστικό για να χάσεις βάρος είναι να ελέγξεις τον κορεσμό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη saciedad χρησιμοποιείται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Sentir saciedad después de una comida
    (Να αισθάνεσαι κορεσμό μετά από ένα γεύμα)
    Αυτός ο τύπος φράσης περιγράφει την αίσθηση που έχει κάποιος όταν έχει φάει αρκετά.

  2. Buscar la saciedad a través de la alimentación emocional
    (Να αναζητάς τον κορεσμό μέσω της συναισθηματικής διατροφής)
    Αυτή η έκφραση αναφέρεται στην αναγκαία κατανάλωση τροφίμων λόγω συναισθηματικών παραγόντων.

  3. No siempre la saciedad llega inmediatamente
    (Όχι πάντα ο κορεσμός έρχεται άμεσα)
    Αυτό δείχνει πώς μερικές φορές η αίσθηση κορεσμού μπορεί να καθυστερήσει.

  4. La saciedad puede variar según el tipo de alimentos
    (Ο κορεσμός μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τον τύπο τροφίμων)
    Αυτή η φράση αποτυπώνει την ποικιλία στην αίσθηση κορεσμού με βάση τις τροφές.

Ετυμολογία

Η λέξη saciedad προέρχεται από το λατινικό satiĕtas, το οποίο σημαίνει "κορεσμός" ή "ικανοποίηση". Συνδέεται με το ρήμα saturare, που σημαίνει "να γεμίσεις" ή "να κορεστείς".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - plenitud - satisfacción

Αντώνυμα: - hambre (πείνα) - insatisfacción (μη ικανοποίηση)



23-07-2024