sacudida είναι ουσιαστικό (sustantivo) στον θηλυκό γένος.
/sa.kuˈði.ða/
Η λέξη sacudida αναφέρεται σε μια ξαφνική κίνηση ή κλονισμό που μπορεί να προκληθεί από έναν σεισμό, μια απότομη κίνηση ή οποιαδήποτε άλλη ξαφνική αναταραχή. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει φυσικά φαινόμενα ή την επίδραση ενός γεγονότος που προκαλεί αναστάτωση ή σοκ. Η χρήση της είναι μέτρια έως υψηλή και μπορεί να εμφανίζεται τόσο σε γραπτό όσο και σε προφορικό λόγο.
Η αναταραχή από τον σεισμό ήταν τόσο ισχυρή που έσπασαν τα τζάμια.
Sentí una sacudida cuando el autobús frenó de golpe.
Η λέξη sacudida μπορεί να χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν αναστάτωσης ή ξαφνικές αλλαγές:
Να δώσουμε μια αναταραχή στην καθημερινότητα. (να αλλάξουμε τη συνήθεια ή τη ρουτίνα)
Recibir una sacudida emocional.
Να δεχτώ μια συναισθηματική αναταραχή. (να βιώσω κάποιο έντονο συναισθηματικό γεγονός)
Una sacudida de realidad.
Μια αναταραχή της πραγματικότητας. (να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα που μπορεί να είναι απρόσμενη ή δύσκολη)
Abrir los ojos con una sacudida.
Η λέξη sacudida προέρχεται από το ρήμα "sacudir", το οποίο σημαίνει "να κουνάω" ή "να ταρακουνάω".
Συνώνυμα: - ifillения (δηλαδή αναταραχή, κλονισμός) - convulsión (κλονισμός)
Αντώνυμα: - calma (ηρεμία) - estabilidad (σταθερότητα)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα της λέξης sacudida στα Ισπανικά, εστιάζοντας στις πτυχές της σημασίας, των χρήσεων και των σχετικών εκφράσεων.