Η λέξη "safada" είναι επίθετο.
Στην διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA), η φωνητική μεταγραφή της λέξης είναι: [safaˈða].
Η λέξη "safada" χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια γυναίκα που έχει συμπεριφορά ανήθικη ή κακή, συχνά με σεξουαλικές αναφορές. Είναι πιο χρήση της σε προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτά κείμενα.
"Esa chica es una safada."
"Αυτή η κοπέλα είναι αμαρτωλή."
"No seas safada en tus acciones."
"Μη γίνεσαι άτακτη στις ενέργειές σου."
Η λέξη "safada" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, αποδίδοντας μια απόλυτα συγκεκριμένη σημασία στις κοινωνικές σχέσεις.
"Sola y safada, no te vas lejos."
"Μόνη και αμαρτωλή, δεν πας μακριά."
"Esa actitud es de safada."
"Αυτή η στάση είναι από άτακτη."
"No te comportes como una safada."
"Μη συμπεριφέρεσαι σαν αμαρτωλή."
"La fiesta se volvió safada."
"Το πάρτι έγινε αμαρτωλό."
Η λέξη "safada" προέρχεται από το ισπανικό "safado," το οποίο αναφέρεται σε κάποιον που είναι απατεώνας ή ανήθικος. Η ρίζα της συνδέεται με την έννοια της απατεωνιάς και της ανηθικότητας.
Συνώνυμα: - inmoral (ανήθικος) - deshonesta (ανέντιμη)
Αντώνυμα: - virtuosa (ευγενής) - honesta (έντιμη)