sala - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

sala (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "sala" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

[sá.la]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη "sala" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά κυρίως για να αναφερθεί σε έναν εσωτερικό χώρο ή αίθουσα, συνήθως όπου γίνεται κάποια δραστηριότητα, συνάντηση ή κοινωνική εκδήλωση. Η χρήση της είναι συχνή και παρατηρείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Συχνά αναφέρεται σε δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους, όπως αίθουσες συσκέψεων, σαλόνια, ή αίθουσες εκδηλώσεων.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La sala de conferencia está llena de gente.
  2. Η αίθουσα συνεδριάσεων είναι γεμάτη κόσμο.

  3. En mi casa tengo una sala muy acogedora.

  4. Στο σπίτι μου έχω ένα πολύ φιλόξενο σαλόνι.

  5. La sala de cine estará abierta toda la noche.

  6. Η αίθουσα του σινεμά θα είναι ανοιχτή όλη τη νύχτα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "sala" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. Estar en la sala de espera.
  2. Βρίσκομαι στην αίθουσα αναμονής.

  3. Dar un buen espectáculo en la sala.

  4. Να δώσεις μια καλή παράσταση στην αίθουσα.

  5. La sala de emergencias.

  6. Η αίθουσα έκτακτης ανάγκης.

  7. No me dejes en la sala de operaciones.

  8. Μην με αφήσεις στην αίθουσα επιχειρήσεων.

  9. Ir a sala llena.

  10. Να πάω σε γεμάτη αίθουσα.

  11. Llenar la sala de risas.

  12. Να γεμίσεις την αίθουσα με γέλια.

  13. Estar en la sala de clases.

  14. Να βρίσκομαι στην αίθουσα διδασκαλίας.

  15. Hacer sala.

  16. Να κάνεις αίθουσα, συνήθως σε κοινωνικό context για να βρίσκεσαι με άλλους.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "sala" έχει ρίζες στο λατινικό "sala", το οποίο σήμαινε "αίθουσα" ή "μουσική αίθουσα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν τη λέξη "sala" σε διάφορες πτυχές της χρήσης και της σημασίας της στην ισπανική γλώσσα.



22-07-2024