salirse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

salirse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "salirse" είναι ένα ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/salirse/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "salirse" στη γλώσσα Ισπανικά σημαίνει "να φύγεις" ή "να βγεις". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ενέργεια του να απομακρυνθείς από ένα μέρος ή μια κατάσταση. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται συχνά και έξω από γραπτά κείμενα. Είναι πιο συνηθισμένο στον προφορικό λόγο, καθώς οι άνθρωποι συχνά χρησιμοποιούν αυτό το ρήμα για να περιγράψουν την απομάκρυνση από μια κατάσταση ή το χώρο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Me voy a salirse de la reunión para tomar un poco de aire.
  2. Θα βγω από τη συνάντηση για να πάρω λίγο αέρα.

  3. No quiero salirse del camino que hemos trazado.

  4. Δεν θέλω να ξεφύγεις από τον δρόμο που έχουμε σχεδιάσει.

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "salirse"

Το "salirse" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.

  1. Salirse con la suya.
  2. Να επιτύχεις αυτό που θέλεις, ακόμα κι αν δεν είναι δίκαιο.
  3. Να βγει με αυτό που θέλει.

  4. Salirse del tiesto.

  5. Να συμπεριφέρεσαι ή να λες κάτι που δεν είναι κανονικό ή αναμενόμενο.
  6. Να βγεις από το γλάστρα.

  7. Salirse del carril.

  8. Να απομακρυνθείς από μια προκαθορισμένη πορεία ή κανόνα.
  9. Να βγει από τη διαδρομή.

  10. Salirse de control.

  11. Να γίνει κάτι απρόβλεπτο ή δύσκολο να διαχειριστείς.
  12. Να ξεφύγει από τον έλεγχο.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "salirse" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "salire," που σημαίνει "να πηδήξεις" ή "να βγεις."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - salir - escapar - retirarse

Αντώνυμα: - entrar - ingresar - quedar

Με αυτές τις πληροφορίες, ελπίζω να έχετε μια καλή κατανόηση της λέξης "salirse."



23-07-2024