Μέρος του λόγου: Μετοχή, επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: sal.ta.neˈxo.so
Χρήση στα Ισπανικά: Η λέξη "saltanejoso" χρησιμοποιείται σπάνια στα Ισπανικά και περιγράφει κάτι που είναι γεμάτο από αυταρέσκεια και υπερηφάνεια.
Παραδειγματικές προτάσεις: 1. Sus modales saltanejosos le hacían difícil de tratar. 2. No soporto su actitud tan saltanejosa.
Ετυμολογία: Η λέξη "saltanejoso" προέρχεται από την ισπανική λέξη "sultán" που σημαίνει σουλτάνος.
Συνώνυμα: Υπερηφάνος, αλαζόνας.
Αντώνυμα: Ταπεινός, ταπεινωμένος.