salva - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

salva (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Salva (ουσιαστικό, θηλυκό)

Φωνητική μετα transcription

/ˈsal.βa/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη salva χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως γενικά, στρατιωτικά και αρχαϊκά. 1. Στο γενικό πλαίσιο, σημαίνει "η σωτηρία" ή "η διαφυγή" από μια δύσκολη κατάσταση. 2. Στον στρατό, αναφέρεται σε μια στρατιωτική επιχείρηση διάσωσης ή σε μια στρατηγική ενέργεια. 3. Στον αρχαϊκό τομέα, μπορεί να έχει πιο φιλοσοφικές ή ποιητικές προεκτάσεις, σχετικές με σωτηρία ή επιβίωση.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέση. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό λόγο, αλλά εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο, αν και λιγότερο συχνά.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La salva del soldado fue exitosa.
    (Η διάσωση του στρατιώτη ήταν επιτυχής.)

  2. En la historia, la salva de los reyes siempre fue crucial.
    (Στην ιστορία, η σωτηρία των βασιλιάδων ήταν πάντα κρίσιμη.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη salva εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:

Ετυμολογία

Η λέξη salva προέρχεται από το λατινικό "salvāre", το οποίο σημαίνει "να σώσω, να διασώσω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - rescate (διάσωση) - salvación (σωτηρία)

Αντώνυμα: - peligro (κίνδυνος) - captura (σύλληψη)



23-07-2024