Το "salvavidas" είναι ουσιαστικό και αναφέρεται σε μία συσκευή διάσωσης ή σε κάποιον που προσφέρει βοήθεια σε περίπτωση ανάγκης.
/salβaˈβi.ðas/
Η λέξη "salvavidas" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα αναφερόμενη κυρίως σε ένα σωσίβιο ή σε κάποιον που μπορεί να προσφέρει βοήθεια κατά τη διάρκεια κινδύνου. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο. Στον στρατό, μπορεί να αναφέρεται και σε άτομα που επιτελούν ρόλο διάσωσης.
Το πλοίο έχει σωσίβια για όλους τους επιβάτες.
Cuando hay una tormenta, los salvavidas son esenciales.
Η λέξη "salvavidas" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις:
Χρειάζομαι μία οικονομική διάσωση.
"Ella fue mi salvavidas en momentos difíciles."
Αυτή ήταν η διάσωσή μου σε δύσκολες στιγμές.
"El nuevo proyecto es un salvavidas para la empresa."
Η λέξη προέρχεται από τις ισπανικές λέξεις "salva" (σώζω) και "vidas" (ζωές), συνδυάζοντας την έννοια της διάσωσης ζωών.
Συνώνυμα: - dispositivo de salvamento (συσκευή διάσωσης) - balsa (βάρκα)
Αντώνυμα: - hundimiento (βύθιση) - peligro (κίνδυνος)
Αυτή είναι η αναλυτική παρουσίαση της λέξης "salvavidas" στην ισπανική γλώσσα.