Η λέξη "san" είναι επίθετο.
/san/
Η λέξη "san" προέρχεται από την ισπανική λέξη "santo", που σημαίνει "άγιος". Χρησιμοποιείται κυρίως ως προσωνύμιο που προηγείται ονομάτων ατόμων ή τόπων για να δηλώσει ότι αυτά έχουν κάποιον ιερό ή θρησκευτικό χαρακτήρα. Η χρήση της είναι συχνότερη σε θρησκευτικά ή επίσημα περιβάλλοντα.
Συνήθως χρησιμοποιείται στον προφορικό λόγο, αλλά είναι και γραπτή λέξη στην ισπανική γλώσσα.
Ο Άγιος Πέτρος είναι ένας σημαντικός απόστολος στη χριστιανική θρησκεία.
Visité la iglesia de San Francisco el año pasado.
Η πόλη του Αγίου Σεμπαστιάν είναι διάσημη για τις παραλίες της.
San Valentín es un día especial para los enamorados.
Η ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου είναι μια ιδιαίτερη μέρα για τους ερωτευμένους.
El barrio de San Telmo en Buenos Aires es muy pintoresco.
Η συνοικία του Αγίου Τέλμο στο Μπουένος Άιρες είναι πολύ γραφική.
Siempre rezo a San Antonio por ayuda.
Η λέξη "san" έχει τις ρίζες της στη λατινική λέξη "sanctus", που σημαίνει "ιερός" ή "άγιος". Αυτή η ρίζα διατηρείται σε πολλές ρωμανικές γλώσσες.
Συνώνυμα: - Santo (άγιος)
Αντώνυμα: - Profano (κοσμικός, άκυρος)
Αυτές οι πληροφορίες θα σας δώσουν μια σαφή και ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "san" στη γλώσσα Ισπανικά.