Ο όρος "sanatorio" είναι ουσιαστικό (substancial).
Η φωνητική μετάφραση σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: [sanaˈtoɾio].
Το "sanatorio" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "σανατόριο".
Το "sanatorio" αναφέρεται σε μια εγκατάσταση ή ίδρυμα, συνήθως για την αποκατάσταση ασθενών από πνευμονικές ή άλλες χρόνιες παθήσεις. Στην ιστορία, τα σαναντόρια συχνά σχετίζονταν με την θεραπεία της φυματίωσης. Στη σύγχρονη χρήση, μπορεί επίσης να αναφέρεται σε κλινικές ή κέντρα αποκατάστασης.
Η συχνότητα χρήσης του "sanatorio" είναι μέτρια. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά και θεσμικά συμφραζόμενα, αλλά λιγότερο στον καθημερινό προφορικό λόγο.
Το σα νατόριο ιδρύθηκε τον 19ο αιώνα για να θεραπεύσει τη φυματίωση.
Muchos pacientes encuentran en el sanatorio la tranquilidad que necesitan para recuperarse.
Η λέξη "sanatorio" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ιδιωματικές εκφράσεις ή φράσεις που σχετίζονται με την υγεία ή ξεκούραση. Όμως, δεν υπάρχουν πολλαπλές καθιερωμένες ιδιωματικές φράσεις που να περιλαμβάνουν τη λέξη αυτή.
Ακολουθούν μερικές πρότασες που περιλαμβάνουν τη λέξη "sanatorio": - La vida en un sanatorio puede ser bastante tranquila, pero también monótona. - Η ζωή σε ένα σα νατόριο μπορεί να είναι αρκετά ήρεμη, αλλά και μονότονη.
Πολλοί συγγραφείς έχουν αποσυρθεί σε ένα σα νατόριο για να βρουν έμπνευση.
En algunos sanatorios, los pacientes participan en terapias grupales para mejorar su salud mental.
Η λέξη "sanatorio" προέρχεται από τα λατινικά "sanatorium", που σημαίνει "όπου θεραπεύεται κανείς". Η ρίζα "sanare" σημαίνει "να θεραπεύω".
Συνώνυμα: - Clínica (κλινική) - Centro de rehabilitación (κέντρο αποκατάστασης)
Αντώνυμα: - Enfermedad (ασθένεια) - Malestar (κακουχία)