sancionar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

sancionar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Ρήμα.

Φωνητική Μεταγραφή

/sankioˈnaɾ/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "sancionar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά κυρίως για να δηλώσει την πράξη της επιβολής μίας ποινής ή τιμωρίας σε κάποιον, καθώς και την έγκριση ή επικύρωση κάποιου εγγράφου ή απόφασης. Χρησιμοποιείται σε νομικά και γενικά συμφραζόμενα. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και πιο συχνά εμφανίζεται στο νομικό πλαίσιο σε εθιμικές και θεσμικές διαδικασίες.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. El juez decidió sancionar al acusado con seis meses de prisión.
  2. Ο δικαστής αποφάσισε να τιμωρήσει τον κατηγορούμενο με έξι μήνες φυλάκιση.

  3. La empresa fue sancionada por no cumplir con las regulaciones de seguridad.

  4. Η εταιρεία τιμωρήθηκε γιατί δεν συμμορφώθηκε με τους κανονισμούς ασφαλείας.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "sancionar" ενδέχεται να χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις, αν και δεν είναι τόσο συχνά όσο άλλες λέξεις. Ακολουθούν μερικές ενδεικτικές προτάσεις:

  1. La ley sanciona la corrupción con penas muy severas.
  2. Ο νόμος τιμωρεί την διαφθορά με πολύ αυστηρές ποινές.

  3. Es importante sancionar las faltas para mantener el orden en la sociedad.

  4. Είναι σημαντικό να τιμωρούνται οι παραβάσεις για να διατηρείται η τάξη στην κοινωνία.

  5. La falta de sanciones puede llevar a una cultura de impunidad.

  6. Η έλλειψη κυρώσεων μπορεί να οδηγήσει σε μια κουλτούρα ατιμωρησίας.

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "sancionar" προέρχεται από το λατινικό "sanctionare", που σημαίνει "να θεσπίσεις" ή "να εγκρίνεις", προερχόμενο από το "sanctio", που σημαίνει "κυρώσεις" ή "ποινές".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Castigar (να τιμωρήσω) - Multar (να επιβάλω πρόστιμο)

Αντώνυμα: - Perdonar (να συγχωρήσω) - Liberar (να ελευθερώσω)



22-07-2024