saneamiento - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

saneamiento (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "saneamiento" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/sane̞a̞n̪i̞ẽ̞n̪to/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "saneamiento" αναφέρεται στη διαδικασία της αποκατάστασης, καθαρισμού ή βελτίωσης των συνθηκών υγιεινής. Χρησιμοποιείται συχνά σε σχέσεις με την οικολογία, την υγειονομική περίθαλψη, τη δημόσια υγεία και τις υποδομές (όπως αποχέτευση). Είναι ένα σχετικά τεχνικό και νομικό όρος, ο οποίος χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να συναντηθεί και στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El saneamiento del agua en la comunidad es fundamental para la salud pública.
  2. Ο καθαρισμός του νερού στην κοινότητα είναι θεμελιώδης για τη δημόσια υγεία.

  3. La falta de saneamiento adecuado puede causar enfermedades infecciosas.

  4. Η έλλειψη κατάλληλης υγιεινής μπορεί να προκαλέσει μολυσματικές ασθένειες.

Ιδωματα με τη λέξη "saneamiento"

Η λέξη "saneamiento" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται κυρίως με ζητήματα υγείας και περιβάλλοντος:

  1. "Saneamiento ambiental es clave para el desarrollo sostenible."
  2. Η περιβαλλοντική αποκατάσταση είναι κλειδί για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

  3. "El saneamiento de los desechos es prioridad en la ciudad."

  4. Ο καθαρισμός των αποβλήτων είναι προτεραιότητα στην πόλη.

  5. "La empresa se comprometió al saneamiento de su producción."

  6. Η εταιρεία δεσμεύτηκε για την αποκατάσταση της παραγωγής της.

  7. "El saneamiento de tierras contaminadas requiere inversiones significativas."

  8. Η αποκατάσταση των μολυσμένων εδαφών απαιτεί σημαντικές επενδύσεις.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "saneamiento" προέρχεται από το ρήμα "sanear", το οποίο σημαίνει "να καθαριστεί" ή "να αποκατασταθεί". Η ρίζα της λέξης έχει τις ρίζες της στη λατινική λέξη "sanare", που σημαίνει "να θεραπεύει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - limpieza (καθαριότητα) - purificación (καθαρισμός) - salubridad (υγιεινή)

Αντώνυμα: - contaminación (μόλυνση) - suciedad (βρομιά) - insalubridad (ανθυγιεινότητα)



22-07-2024