Η λέξη "sanguinario" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /saŋɡiˈnaɾjo/
Η λέξη "sanguinario" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που έχει ακραία ή βίαιη επιθυμία για αιματοχυσία. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή και μπορεί να εμφανίζεται τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, ωστόσο είναι πιο κοινή σε πολιτισμικά ή λογοτεχνικά συμφραζόμενα, όπου μπορεί να αναφέρεται σε χαρακτήρες ή καταστάσεις κλασικών έργων ή της ιστορίας.
Ο αιμοδιψής πολεμιστής τρομοκρατούσε τα γειτονικά χωριά.
La película estaba llena de escenas sanguinarias y violencia extrema.
Η ταινία ήταν γεμάτη από αιματηρές σκηνές και ακραία βία.
El libro narra la vida de un sanguinario dictador.
Η λέξη "sanguinario" χρησιμεύει και σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες προσθέτουν βάθος ή χρώμα σε εκφράσεις της γλώσσας.
Να είσαι αιμοδιψής στη μάχη.
Un plan sanguinario para tomar el control.
Ένα αιμοδιψή σχέδιο για να πάρεις τον έλεγχο.
Sus acciones fueron consideradas sanguinarias por todos.
Οι ενέργειές του θεωρήθηκαν αιμοδιψείς από όλους.
El sanguinario final de la historia dejó marcas imborrables.
Το αιμοδιψές τέλος της ιστορίας άφησε ανεξίτηλα σημάδια.
La serie muestra un mundo sanguinario y caótico.
Η λέξη "sanguinario" προέρχεται από το λατινικό "sanguinarius", που σημαίνει "αυτός που σχετίζεται με το αίμα". Η ρίζα "sanguis" σημαίνει "αίμα" στα Λατινικά, υποδεικνύοντας τη σύνδεση της λέξης με βία και αιματοχυσία.
Συνώνυμα: - Cruento - Sangriento - Violento
Αντώνυμα: - Pacífico - Benigno - Cálido