satisfecho - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

satisfecho (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

satisfecho είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/satissˈfe.tʃo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη satisfecho χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση κατά την οποία κάποιος νιώθει ικανοποίηση ή ευχαρίστηση σχετικά με κάτι. Ενδέχεται να χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, όπως στην καθημερινή ζωή ή και σε νομικά συμφραζόμενα, όπου η ικανοποίηση ενός αιτήματος ή επιθυμίας είναι σημαντική. Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή, με προτίμηση σε γραπτές και προφορικές καταστάσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Estoy muy satisfecho con el resultado del examen.
  2. Είμαι πολύ ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα της εξέτασης.

  3. La comida estaba deliciosa y todos se sintieron satisfechos.

  4. Το φαγητό ήταν νόστιμο και όλοι ένιωσαν ικανοποιημένοι.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη satisfecho συχνά χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις. Παρακάτω παρατίθενται παραδείγματα:

  1. Estoy satisfecho con mis logros.
  2. Είμαι ικανοποιημένος με τις επιτυχίες μου.

  3. Este trato me deja satisfecho.

  4. Αυτή η συμφωνία με αφήνει ικανοποιημένο.

  5. Siempre que cumpla mis expectativas, estoy satisfecho.

  6. Όποτε εκπληρώνονται οι προσδοκίες μου, είμαι ικανοποιημένος.

  7. El servicio fue excelente, y quedé satisfecho.

  8. Η εξυπηρέτηση ήταν εξαιρετική και έμεινα ικανοποιημένος.

  9. Me siento satisfecho al ayudar a los demás.

  10. Νιώθω ικανοποιημένος όταν βοηθάω τους άλλους.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη satisfecho προέρχεται από το λατινικό "satisfacere", όπου "satis" σημαίνει "αρκετά" και "facere" σημαίνει "κάνω". Έτσι, η σημασία της είναι σχετική με την πλήρωση ή την εκπλήρωση αναγκών ή προσδοκιών.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - contento (ευχαριστημένος) - complacido (ικανοποιημένος)

Αντώνυμα: - insatisfecho (μη ικανοποιημένος) - descontento (δυστυχισμένος)



22-07-2024