Sebo είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /ˈse.Bo/
Η λέξη sebo αναφέρεται συνήθως σε λίπος ή λιπαρή ουσία. Στον ιατρικό τομέα μπορεί να χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σμήγμα ή τη λιπαρή ουσία που παράγεται από τους αδένες του δέρματος. Στην καθημερινή ομιλία, η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τρόφιμα που περιέχουν ή περιλαμβάνουν λιπαρές ουσίες ή λίπος γενικά. Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο, ανάλογα με το πλαίσιο.
Συχνότητα Χρήσης: Σημαντική τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, κυρίως στα ιατρικά ή διατροφικά θέματα.
Το λίπος στο δέρμα μπορεί να προκαλέσει προβλήματα ακμής.
Es importante reducir el sebo en la dieta para una mejor salud.
Η λέξη sebo δεν είναι μέρος πολλών καθιερωμένων ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να βρείτε χρήσεις σε περιπτώσεις που σχετίζονται με διατροφή και υγεία.
Όχι όλο το λίπος είναι κακό; Χρειάζεται σε μέτριες ποσότητες.
El sebo acumulado puede ser perjudicial para la salud.
Το συσσωρευμένο λίπος μπορεί να είναι επιβλαβές για την υγεία.
Hay que tener en cuenta el sebo en la alimentación diaria.
Η λέξη sebo προέρχεται από το Λατινικό "sebum", το οποίο σημαίνει "λίπος". Η ρίζα της λέξης έχει παραμείνει σχεδόν αμετάβλητη σε πολλές ρομανικές γλώσσες.
Συνώνυμα: - Grasa (λίπος) - Lípido (λιπίδιο)
Αντώνυμα:
- Magro (αδύνατος, χωρίς λίπος)
- Delgado (λεπτός, χωρίς περιττά λίπη)