secuestrador - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

secuestrador (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ο όρος "secuestrador" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "secuestrador" στα διεθνή φωνητικά σύμβολα είναι: /se.kwes.tɾaˈðoɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "secuestrador" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που απάγει ή κρατάει κάποιον άλλο παρά τη θέλησή του, συνήθως για εκβιαστικούς λόγους. Η χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό κείμενο, όπως σε ειδήσεις ή νομικά κείμενα, αλλά χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El secuestrador fue arrestado por la policía.
  2. Ο απαγωγέας συνελήφθη από την αστυνομία.

  3. Los secuestradores pidieron un rescate exorbitante.

  4. Οι απαγωγείς ζήτησαν ένα υπερβολικό ποσό λύτρων.

  5. El abogado defendió al secuestrador en el juicio.

  6. Ο δικηγόρος υπεράσπισε τον απαγωγέα στη δίκη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος "secuestrador" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά, όμως η έννοια της απαγωγής συχνά σχετίζεται με συγκεκριμένες φράσεις.

  1. Cero secuestradores en el barrio.
  2. Μηδέν απαγωγείς στη γειτονιά.

  3. El miedo a los secuestradores afecta a toda la comunidad.

  4. Ο φόβος των απαγωγέων επηρεάζει ολόκληρη την κοινότητα.

  5. No podemos darles información, tememos a los secuestradores.

  6. Δεν μπορούμε να τους δώσουμε πληροφορίες, φοβόμαστε τους απαγωγείς.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη προέρχεται από το ρήμα "secuestrar", το οποίο σημαίνει «να απαγάγεις» ή «να κρατήσεις κάποιον παρά τη θέλησή του», και έχει ρίζες στο λατινικό "sequestrare".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Apresador (συλληφθείς) - Captor (σύλληψη)

Αντώνυμα: - Liberador (απελευθερωτής) - Protector (προστάτης)



23-07-2024