Το "segur" είναι μια μορφή της λέξης "seguro," που χρησιμοποιείται κυρίως ως επίθετο και ουσιαστικό στην ισπανική γλώσσα.
Φωνητική μεταγραφή
Η φωνητική μεταγραφή του "segur" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι [seˈɣuɾ].
Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό
σίγουρος (ως επίθετο)
ασφάλεια (ως ουσιαστικό, σε κάποιες περιπτώσεις)
Σημασία της λέξης
Η λέξη "segur" αρχικά χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάτι που είναι σίγουρο ή ασφαλές. Χρησιμοποιείται συχνά σε καθημερινές συνομιλίες, αλλά μπορεί να έχει και πιο επίσημη χρήση σε γραπτά κείμενα που ασχολούνται με νομικά ή ασφαλιστικά ζητήματα. Εν γένει, η χρήση της είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο.
Παραδείγματα με μετάφραση
No te preocupes, estoy segur de que todo saldrá bien.
Μην ανησυχείς, είμαι σίγουρος ότι όλα θα πάνε καλά.
Es mejor estar segur antes de tomar una decisión.
Είναι καλύτερο να είμαστε σίγουροι πριν πάρουμε μια απόφαση.
Ιδιωματικές εκφράσεις
Η λέξη "segur" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν ορισμένες από αυτές:
Asegurarse de algo
Να διασφαλίσεις κάτι.
Es importante asegurarse de que los documentos estén listos.
Είναι σημαντικό να διασφαλίσεις ότι τα έγγραφα είναι έτοιμα.
Segur como un roble
Σίγουρος όπως μια βελανιδιά (που σημαίνει πολύ σίγουρος ή σταθερός).
Él siempre toma decisiones segur como un roble.
Αυτά τα πράγματα γίνονται πάντα σίγουρα όπως μια βελανιδιά.
Esto es segur
Αυτό είναι σίγουρο.
Esto es segur, no habrá problemas.
Αυτό είναι σίγουρο, δεν θα υπάρξουν προβλήματα.
Dejarlo todo en segur
Να αφήσουμε τα πάντα σε σιγουριά.
Hay que dejarlo todo en segur antes de ir.
Πρέπει να αφήσουμε τα πάντα σε σιγουριά πριν φύγουμε.
Ετυμολογία
Η λέξη "segur" προέρχεται από τα λατινικά "securus," που σημαίνει "ασφαλής". Αυτή η ρίζα σχετίζεται με τη notion της ασφάλειας και του σιγουριάς.