sentar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

sentar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "sentar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "sentar" με τη χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι /senˈtaɾ/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Οι κυριότερες μεταφράσεις της λέξης "sentar" στα Ελληνικά είναι: - Καθίζω - Κάθομαι - Στηρίζω

Σημασία της λέξης

Το "sentar" σημαίνει να βάζεις κάποιον ή τον εαυτό σου σε καθιστή θέση. Χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά για να δηλώσει την εγκαθίδρυση ή την τοποθέτηση κάποιου σε μια κατάσταση ή κατάσταση. Είναι ένα κοινό ρήμα στην ισπανική γλώσσα, με συχνή χρήση και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.

Χρήση

Η συχνότητα χρήσης είναι αρκετά υψηλή, καθώς πρόκειται για μια βασική ενέργεια στην καθημερινή ζωή. Στον προφορικό λόγο συναντάται συχνά σε κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, ενώ στο γραπτό λόγο χρησιμοποιείται σε περιγραφές, ιστορίες και οδηγίες.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Voy a sentar a los niños en la mesa.
  2. Θα καθίσω τα παιδιά στο τραπέζι.

  3. Es importante sentar las bases de una buena relación.

  4. Είναι σημαντικό να θεμελιωθούν οι βάσεις μιας καλής σχέσης.

  5. Ella siempre se siente cansada después de sentar mucho tiempo.

  6. Αυτή πάντα αισθάνεται κουρασμένη μετά από το να καθίσει πολύ χρόνο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "sentar" χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Εδώ είναι μερικές:

  1. Sentar cabeza
  2. Σημαίνει να ωριμάσει ή να εγκατασταθεί κάποιος σε μια μόνιμη κατάσταση ή σχέση.
  3. Después de muchos viajes, finalmente decidió sentar cabeza.
  4. Μετά από πολλαπλά ταξίδια, τελικά αποφάσισε να ωριμάσει.

  5. Sentar en el banquillo

  6. Αναφέρεται στο να κρίνει ή να εξετάσει κάποιος κάποιον.
  7. Después de sus acciones, sentó a su amigo en el banquillo de los acusados.
  8. Μετά τις ενέργειές του, έβαλε τον φίλο του στο κάθισμα των κατηγορούμενων.

  9. Sentar muy mal

  10. Υποδηλώνει ότι κάτι δεν έχει καλές συνέπειες ή αντίκτυπο.
  11. Ese comentario le sentó muy mal al jefe.
  12. Αυτό το σχόλιο δεν είχε καλές συνέπειες για τον διευθυντή.

  13. Sentar un precedente

  14. Σημαίνει να δημιουργήσεις μια κατάσταση που θα επηρεάσει μελλοντικές ενέργειες.
  15. Esa decisión sentó un precedente en la política del país.
  16. Αυτή η απόφαση δημιούργησε ένα προηγούμενο στην πολιτική της χώρας.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "sentar" προέρχεται από το Λατινικό "sēdĕre", το οποίο σημαίνει "κάθομαι". Η ρίζα της σχετίζεται με τη δράση της καθίζησης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



23-07-2024