Μέρος του λόγου: Ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή: se.pjoˈli.ta
Σημασίες/Χρήσεις: Η λέξη "sepiolita" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε μια άσπρη ή κοκκινωπή ορυκτική ουσία με δομή ανθρακικού μαγνησίου, που βρίσκεται συνήθως σε σχιστόλιθους. Συνήθως χρησιμοποιείται στην κατασκευή και στη βιομηχανία.
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "sepiolita" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε συνηθισμένες καθημερινές συζητήσεις, αλλά κυρίως σε επαγγελματικό συμφραζόμενο ή σε συζητήσεις που αφορούν την ορυκτολογία και τη βιομηχανία.
Η λέξη "sepiolita" δεν συνδέεται συχνά με ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ωστόσο, μπορεί να εμφανιστεί σε ορισμένα τεχνικά ή ειδικά κείμενα που αναφέρονται στις εφαρμογές της.
Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων με τη λέξη "sepiolita":
Ejemplo 1: "El nuevo material cerámico contiene sepiolita para mayor resistencia." Παράδειγμα 1: "Το νέο κεραμικό υλικό περιέχει sepiolita για μεγαλύτερη αντοχή."
Ejemplo 2: "Las propiedades absorbentes de la sepiolita son ampliamente utilizadas en la industria del petróleo." Παράδειγμα 2: "Οι απορροφητικές ιδιότητες της sepiolita χρησιμοποιούνται ευρέως στη βιομηχανία του πετρελαίου."
Η λέξη "sepiolita" προέρχεται από το ισπανικό "sepiolita", το οποίο πιθανόν να οφείλεται στη λέξη "sepiole" στα ρωμαϊκά, που σημαίνει γύψος.
Συνώνυμα: γυαλοδομές, μαγνησίτης
Αντώνυμα: -