Η λέξη sepulcro είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης sepulcro στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /seˈpul.kɾo/
Η λέξη sepulcro χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε τόπο ταφής ή καταφύγιο για πτώματα. Είναι μία λέξη που χρησιμοποιείται τόσο στο γενικό όσο και στο νομικό πεδίο, κυρίως όταν αφορούν τελετές ή διαδικασίες σχετικές με τη θανατική αναπαύση. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι υψηλή, κυρίως στο γραπτό κείμενο, λόγω των θρησκευτικών και πολιτιστικών πλαισίων στα οποία εντάσσεται.
El sepulcro de Cristóbal Colón se encuentra en la Catedral de Sevilla.
(Ο τάφος του Χριστόφορου Κολόμβου βρίσκεται στον Καθεδρικό Ναό της Σεβίλλης.)
El arqueólogo descubrió un antiguo sepulcro en el desierto.
(Ο αρχαιολόγος ανακάλυψε έναν αρχαίο τάφο στην έρημο.)
Η λέξη sepulcro μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Αυτή η έκφραση αναφέρεται σε κάποιον που έχει σταματήσει να μιλά ή να αυξάνει τις ιδέες ή τις εμπειρίες του.
Volver a la sepultura.
(Να επιστρέψει στον τάφο.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που έχει εκτελέσει μια ενέργεια που ήταν επιθυμητό να αποφευχθεί, αναφερόμενος μεταφορικά σε καταστάσεις από τις οποίες έχεις βγει.
El sepulcro de su legado.
(Ο τάφος της κληρονομιάς του.)
Η λέξη sepulcro προέρχεται από το λατινικό sepulcrum, που σημαίνει "τάφος" ή "κλαυθμός". Αυτή η ρίζα σχετίζεται με τον αρχαίο κόσμο και τις παραδόσεις ταφής.
Συνώνυμα: - tumba (τάφος) - mausoleo (μαυσωλείο)
Αντώνυμα: - vida (ζωή) - nacimiento (γέννηση)