sepultar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

sepultar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

sepultar: Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

[sepul'taɾ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "sepultar" στα ισπανικά σημαίνει κυρίως το "να θάβω" κάτι ή κάποιον, συνήθως αναφέρεται στη διαδικασία τοποθέτησης ενός σώματος σε τάφο. Χρησιμοποιείται επίσης σε μεταφορικές ή εικόνικές έννοιες για να δηλώσει την πράξη του να κρύψεις κάτι ή να το ξεχάσεις. Η συχνότητα χρήσης αυτής της λέξης είναι υψηλή στον γραπτό λόγο, ιδίως σε νομικά και λογοτεχνικά κείμενα, αλλά και στον προφορικό λόγο μπορεί να χρησιμοποιείται σε συζητήσεις σχετικά με την απώλεια ή την κηδεία.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Los familiares decidieron sepultar a su abuelo en el cementerio del pueblo.
    Οι συγγενείς αποφάσισαν να θάψουν τον παππού τους στο νεκροταφείο του χωριού.

  2. El arqueólogo encontró una tumba que sepultaba secretos de hace siglos.
    Ο αρχαιολόγος βρήκε έναν τάφο που θάβει μυστικά αιώνων.

  3. A veces, es mejor sepultar el pasado para poder avanzar.
    Μερικές φορές είναι καλύτερα να θάβουμε το παρελθόν για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "sepultar" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες απεικονίζουν την έννοια του θάψιμου ή της λήθης:

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "sepultare," που σημαίνει "θήκη" ή "θάψιμο." Στην ιστορική του χρήση, το "sepultare" σχετίζεται με τελετές και πρακτικές ταφής που χρονολογούνται από την αρχαία Ρώμη.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - enterrar (θάβω) - ocultar (κρύβω) - inhumar (ενταφιάζω)

Αντώνυμα: - desenterrar (ξεθάβω) - revelar (αποκαλύπτω) - exponer (εκθέτω)



23-07-2024