Sereno είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /seˈɾeno/
Η λέξη sereno χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο ή μια κατάσταση που είναι ήρεμη, γαλήνια ή χωρίς ανησυχίες. Μπορεί επίσης να αναφέρεται σε καθαρούς ουρανούς ή σε καιρικές συνθήκες χωρίς σύννεφα. Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε καθημερινές συνομιλίες και γραπτό λόγο, κυρίως σε συμφραζόμενα που σχετίζονται με την ψυχολογία ή τις καιρικές συνθήκες. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά καθολική, συγκρίνοντάς την με άλλες λέξεις για την περιγραφή συναισθηματικής ήρθης κατάστασης.
El cielo está sereno esta noche.
(Ο ουρανός είναι καθαρός απόψε.)
Después de meditar, me siento sereno.
(Μετά το διαλογισμό, νιώθω ήρεμος.)
Es un día sereno, perfecto para un paseo.
(Είναι μια γαλήνια μέρα, τέλεια για μια βόλτα.)
Η λέξη sereno μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με ηρεμία και γαλήνη.
Mantenerse sereno en situaciones difíciles es esencial.
(Το να παραμένεις ήρεμος σε δύσκολες καταστάσεις είναι ουσιαστικό.)
Su actitud serena influyó en todos a su alrededor.
(Η ήρεμη στάση του επηρέασε όλους γύρω του.)
La meditación es una forma de lograr un estado sereno.
(Ο διαλογισμός είναι ένας τρόπος για να επιτευχθεί μια ήρεμη κατάσταση.)
Escuchar música tranquila me ayuda a mantenerme sereno.
(Η ακρόαση ήρεμης μουσικής με βοηθάει να παραμένω ήρεμος.)
Η λέξη sereno προέρχεται από το λατινικό "serenus", που σημαίνει "καθαρός" ή "ήρεμος".
Συνώνυμα: - Calmo (ήρεμος) - Tranquilo (ήσυχος) - Apacible (ήρεμος, γαλήνιος)
Αντώνυμα: - Nervioso (βολβώδης, ανήσυχος) - Estresado (αγχωμένος) - Turbulento (ταραχώδης)
Αυτή η λέξη είναι πολύ χρήσιμη και ευρέως χρησιμοποιούμενη στην Ισπανική γλώσσα και έχει πλούσιο περιεχόμενο σημασίας και χρήσης.