Το "serrar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "serrar" στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA) είναι: /seˈrar/
Η λέξη "serrar" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - κλείνω - σφραγίζω - κλειδώνομαι
Η λέξη "serrar" σημαίνει να κλείνει κάποιος κάτι, όπως μια πόρτα ή παράθυρο, ή να σφραγίζει κάτι. Είναι μια κοινή λέξη που χρησιμοποιείται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, ιδιαίτερα σε καθημερινές συζητήσεις και περιβάλλοντα που αφορούν την ασφάλεια ή την κλειδώματα.
"Πρέπει να κλείσω την πόρτα πριν βγω."
"Él siempre se olvida de serrar la ventana."
"Αυτός πάντα ξεχνάει να κλείσει το παράθυρο."
"Para proteger el contenido, debes serrar la caja."
Η λέξη "serrar" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις στην Ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν μερικές από αυτές:
"Όταν αντιμετωπίζει τον κίνδυνο, συνήθως σφίγγει τα δόντια."
"Serrar la bocina."
"Είναι καλύτερα να σταματήσεις την κόρνα όταν δεν υπάρχει κυκλοφορία."
"Serrar el paso."
Η λέξη "serrar" προέρχεται από την Λατινική λέξη "serrare", που σημαίνει "κλείνω" ή "σφραγίζω". Η ρίζα της είναι παρούσα σε πολλές γλώσσες που σχετίζονται με τις ρομανικές γλώσσες.
sellar (σφραγίζω)
Αντώνυμα: