Η λέξη "shunt" είναι ουσιαστικό και μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως ρήμα.
/fʃʌnt/
Η λέξη "shunt" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - παράκαμψη - σύνδεσμος (στην ηλεκτρονική) - εκτροπή
Η λέξη "shunt" χρησιμοποιείται κυρίως στους τομείς της ιατρικής και των ηλεκτρονικών. Στην ιατρική αναφέρεται σε μια διαδικασία ή μια συσκευή που παρακάμπτει ή εκτρέπει τη ροή ενός υγρού, όπως το αίμα. Στον τομέα των ηλεκτρονικών, αναφέρεται σε μια διέξοδο ή βραχυκυκλωμένη σύνδεση, η οποία επιτρέπει στο ρεύμα να αποφεύγει μια συγκεκριμένη διαδρομή. Η χρήση της είναι συχνή κυρίως στον γραπτό λόγο, ειδικά σε τεχνικά κείμενα και ιατρικές αναφορές.
"Ο γιατρός αποφάσισε να τοποθετήσει μια παράκαμψη για να απαλύνει την πίεση στο κεφάλι."
"El circuito eléctrico incluye un shunt que protege los componentes sensibles."
Η λέξη "shunt" δεν είναι πολύ διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά, αλλά μπορεί να συνδυαστεί σε κάποιες φράσεις:
"Η παράκαμψη στην καρδιά είναι μια προσωρινή λύση."
"Esta nueva tecnología permite un shunt más eficiente."
"Αυτή η νέα τεχνολογία επιτρέπει μια πιο αποδοτική παράκαμψη."
"El shunt puede ser vital en casos de emergencias médicas."
Η λέξη "shunt" προέρχεται από το Αγγλικό "shunt", που σημαίνει να εκτρέπεις ή να απομακρύνεις κάτι από την κανονική του πορεία.