Η λέξη "siga" είναι ρήμα και είναι η τρίτη ενικού πρόσωπο του υποχρεωτικού ενεστώτα του ρήματος "seguir" (να ακολουθείς ή να συνεχίζεις) στην ισπανική γλώσσα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "siga" είναι [ˈsiɣa].
Η λέξη "siga" χρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι κάποιος πρέπει να συνεχίσει ή να ακολουθήσει κάποια εντολή ή κατεύθυνση. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά παρατηρείται μεγαλύτερη χρήση στον προφορικό λόγο όταν οι άνθρωποι δίνουν οδηγίες ή οδηγούν κάποιον σε κάποια δράση.
"Ακολουθήστε αυτή τη δρόμο και μετά στρίψτε δεξιά."
"Diga a su amigo que siga las instrucciones."
"Πείτε στον φίλο σας να ακολουθήσει τις οδηγίες."
"Si no entiende, siga participando en la clase."
Η λέξη "siga" χρησιμοποιείται και σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν κάποιες από αυτές:
"Ακολούθησε τη ροή." (σημαίνει προσαρμόζομαι στις καταστάσεις)
"Siga soñando."
"Συνέχισε να ονειρεύεσαι." (σημαίνει να έχεις ελπίδες ή να έχεις όνειρα)
"Siga adelante."
"Συνεχίστε μπροστά." (σημαίνει να μην χάνεις την ελπίδα και να προχωράς)
"Siga su instinto."
"Ακολουθήστε το ένστικτό σας." (σημαίνει να πιστεύεις στις ενστικτώδεις αποφάσεις σου)
"Siga el ejemplo."
"Ακολουθήστε το παράδειγμα." (σημαίνει να μιμείστε ή να αντιγράφετε κάποιον)
"Siga el ritmo."
Η λέξη "siga" προέρχεται από το ρήμα "seguir", το οποίο έχει λατινικές ρίζες και σημαίνει "να ακολουθεί" ή "να συνεχίζει".
Συνώνυμα: - Continúe (συνεχίσετε) - Prosiga (συνεχίστε) - Siga adelante (προχωρήστε)
Αντώνυμα: - Deténgase (σταματήστε) - Pare (σταματήστε)