Η λέξη "siglas" είναι ουσιαστικό, πληθυντικού αριθμού.
/siglas/
Η λέξη "siglas" αναφέρεται σε ένα σύνολο γραμμάτων που προκύπτουν από την αρχή ή τις αρχές μιας φράσης ή ομάδας λέξεων, συνήθως χρησιμοποιούμενη για να διευκολύνει την αναφορά σε μεγάλες ονομασίες ή οργανισμούς. Στη γλώσσα των νομικών και άλλων επιστημονικών τομέων, οι "siglas" είναι συχνά χρήσιμες για τη δημιουργία συντομεύσεων που διευκολύνουν την επικοινωνία. Η χρήση τους είναι συχνά πιο συνηθισμένη σε γραπτά κείμενα, αν και ενδέχεται να χρησιμοποιούνται και στην προφορική επικοινωνία.
"Las siglas de la organización son ONU."
"Οι αρχές της οργάνωσης είναι ΟΗΕ."
"Él conoce muchas siglas de diferentes instituciones."
"Αυτός γνωρίζει πολλές αρχές διαφορετικών ιδρυμάτων."
"Las siglas no siempre son fáciles de recordar."
"Οι αρχές δεν είναι πάντα εύκολο να θυμηθούν."
"El uso de siglas en el informe facilitó la lectura."
"Η χρήση αρχών στην αναφορά διευκόλυνε την ανάγνωση."
"Las siglas del nombre de la ciudad son una muestra de su historia."
"Οι αρχές του ονόματος της πόλης είναι μια ένδειξη της ιστορίας της."
"Es común ver siglas en documentos legales."
"Είναι συνηθισμένο να βλέπουμε αρχές σε νομικά έγγραφα."
Η λέξη "siglas" προέρχεται από το λατινικό "sigla", το οποίο σημαίνει "σημαντικό γράμμα".
Συνώνυμα: - Acrónimos - Iniciales
Αντώνυμα: - Palabra completa - Denominación πλήρης