Η λέξη "signo" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: [ˈsiɣ.no]
Η λέξη "signo" στα ισπανικά αναφέρεται σε κάτι που υποδηλώνει ή δείχνει κάτι άλλο. Χρησιμοποιείται ευρέως για να αναφέρεται σε σημάδια, σύμβολα ή ενδείξεις σε διάφορους τομείς, όπως η γλώσσα, η ιατρική και η αστρονομία. Είναι συχνά χρήση και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο. Η συχνότητα είναι σχετικά υψηλή.
Το πιο ορατό σημάδι της αλλαγής είναι η μείωση της θερμοκρασίας.
Ella utilizó un signo para expresar su opinión sobre el tema.
Αυτή χρησιμοποίησε ένα σύμβολο για να εκφράσει τη γνώμη της για το θέμα.
El médico encontró un signo preocupante durante el examen.
Η λέξη "signo" χρησιμοποιείται σε πολλές συμβατικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Είναι ένα σημάδι των καιρών.
No hay signo de vida.
Δεν υπάρχει σημάδι ζωής.
Dejar un signo claro.
Αφήνω ένα σαφές σημάδι.
El signo del zodiaco.
Το ζώδιο.
Buscar signos de mejora.
Ψάχνω σημάδια βελτίωσης.
Un signo de buena suerte.
Η λέξη "signo" προέρχεται από το λατινικό "signum", που σημαίνει "σημάδι" ή "συμβόλου". Η ρίζα του έχει παραμείνει σχεδόν αναλλοίωτη σε πολλές ρομανικές γλώσσες.
Συνώνυμα: - símbolo (σύμβολο) - marca (σημάδι) - indicio (ένδειξη)
Αντώνυμα: - silencio (σιωπή - όσο αφορά την έλλειψη σημάτων) - desorden (αταξία - όσο αφορά την έλλειψη σημείων ή κατεύθυνσης)