Silbido είναι ουσιαστικό του αρσενικού γένους.
/silˈβiðo/
Η λέξη silbido αναφέρεται σε έναν ήχο που παράγεται συνήθως με το στόμα, συνήθως με σφύριγμα ή συριγμό. Χρησιμοποιείται γενικά σε διαφορετικά πλαίσια, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών ήχων που παράγονται από ανθρώπους ή ζώα. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε προφορικά πλαίσια, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτά κείμενα.
Η λέξη silbido χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορείτε να βρείτε κάποιες σχετικές φράσεις:
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που ακούγεται απαλό ή φυσικό.
Silbido de la muerte.
(Σφύριγμα του θανάτου.)
Συχνά αναφέρεται σε έναν ανατριχιαστικό ήχο που προκαλεί μια αίσθηση κινδύνου.
Dar un silbido a alguien.
(Να σφυρίξεις σε κάποιον.)
Η λέξη silbido προέρχεται από το ρήμα silbar, που σημαίνει "σφυρίζω". Αυτή η προέλευση δηλώνει τη σχέση μεταξύ του ήχου και της πράξης παραγωγής του.
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν την έννοια της λέξης silbido και χρησιμοποιούν ένα ευρύ φάσμα παραδειγμάτων και σχετικών εξηγήσεων.