Silicio είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "silicio" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /siˈliθjo/
Η λέξη "silicio" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "πυρίτιο".
Η λέξη "silicio" αναφέρεται στο χημικό στοιχείο πυρίτιο, το οποίο είναι ευρέως χρησιμοποιούμενο στις πολυτεχνικές, χημικές και ιατρικές εφαρμογές. Συνήθως βρίσκεται στη φύση ως βασικό συστατικό πολλών ορυκτών και χρησιμοποιείται στην παραγωγή ηλεκτρονικών συσκευών λόγω των ημιαγωγικών του ιδιοτήτων.
Η λέξη "silicio" είναι συχνά χρησιμοποιούμενη, κυρίως στο γραπτό πλαίσιο και στη επιστημονική γλώσσα. Στον προφορικό λόγο μπορεί να εμφανίζεται επίσης, αλλά είναι πιο συχνή σε ακαδημαϊκές ή τεχνικές συζητήσεις.
Το πυρίτιο είναι ένα θεμελιώδες στοιχείο στην κατασκευή ηλεκτρονικών συσκευών.
En la química, el silicio se utiliza para crear silicatos.
Στη χημεία, το πυρίτιο χρησιμοποιείται για τη δημιουργία πυριτικών αλάτων.
Los ingenieros estudian el silicio para mejorar la eficiencia de los semiconductores.
Η λέξη "silicio" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συγκεκριμένα τεχνικά συμφραζόμενα.
"Το πυρίτιο στη σύγχρονη τεχνολογία."
"Sin silicio, no hay innovación tecnológica."
"Χωρίς πυρίτιο, δεν υπάρχει τεχνολογική καινοτομία."
"El silicio constituye la base de la industria electrónica."
Η λέξη "silicio" προέρχεται από το λατινικό "silicium", που σημαίνει "πέτρα", και είναι συνδεδεμένη με την ελληνική λέξη "σίλικο" (σσ. πυρίτιος) λόγω της σχέσης του στοιχείου με διάφορες μορφές ορυκτών.
Συνώνυμα: πυρίτιο δεν έχει άμεσες συνωνυμίες λόγω της εξειδικευμένης σημασίας του.
Αντώνυμα: Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα, καθώς η λέξη αναφέρεται σε συγκεκριμένο χημικό στοιχείο.