sobresaltar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

sobresaltar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "sobresaltar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/sobɾesalˈtaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "sobresaltar" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα με την έννοια του να τονίζει ή να επισημαίνει κάτι, συχνά με σκοπό να προσελκύσει την προσοχή. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να εκφράσει την έννοια του να τρομάζεις ή να ανησυχείς από κάτι ξαφνικό. Η συχνότητά της χρήσης είναι υψηλή, και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη προτίμηση στη γραπτή μορφή για πιο επίσημα κείμενα.

Παραδείγματα χρήσης

  1. Es importante sobresaltar los puntos clave del informe.
  2. Είναι σημαντικό να τονίσουμε τα κύρια σημεία της αναφοράς.

  3. La noticia sobresaltó a todos en la sala.

  4. Η είδηση τρόμαξε όλους στην αίθουσα.

  5. Voy a sobresaltar los errores en el documento.

  6. Θα επισημάνω τα λάθη στο έγγραφο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "sobresaltar" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. Sobresalir del resto.
  2. Να ξεχωρίζεις από τους υπόλοιπους.
  3. Πρόταση: "Él siempre sobresale del resto en su trabajo."
  4. Αυτός πάντα ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους στη δουλειά του.

  5. Sobresaltar la importancia.

  6. Να τονίζεις τη σημασία.
  7. Πρόταση: "Es crucial sobresaltar la importancia de la educación."
  8. Είναι κρίσιμο να τονίσουμε τη σημασία της εκπαίδευσης.

  9. Sobresaltar un detalle.

  10. Να επισημάνεις μια λεπτομέρεια.
  11. Πρόταση: "Quiero sobresaltar un detalle importante en este análisis."
  12. Θέλω να επισημάνω μια σημαντική λεπτομέρεια σε αυτή την ανάλυση.

  13. Sobresaltar el peligro.

  14. Να τονίζεις τον κίνδυνο.
  15. Πρόταση: "Es necesario sobresaltar el peligro de no seguir las normas de seguridad."
  16. Είναι απαραίτητο να τονίσουμε τον κίνδυνο του να μην ακολουθούνται οι κανόνες ασφαλείας.

  17. Sobresaltar una idea.

  18. Να τονίζεις μια ιδέα.
  19. Πρόταση: "En su discurso, sobresaltó varias ideas innovadoras."
  20. Στην ομιλία του, τόνισε πολλές καινοτόμες ιδέες.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "sobresaltar" προέρχεται από την ένωση των λέξεων "sobre" (πάνω) και "saltar" (πηδούν, αναπηδούν). Ουσιαστικά, σημαίνει "να πηδήξεις πάνω," δηλώνοντας την ενέργεια του να κάνει κάτι πιο προφανές ή να αιφνιδιάσει.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - destacar (τονίζω) - resaltar (επισημαίνω)

Αντώνυμα: - ocultar (κρύβω) - minimizar (μειώνω)

Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "sobresaltar" στην ισπανική γλώσσα.



23-07-2024