Η λέξη "sobrevivir" στα Ισπανικά σημαίνει "να επιβιώσεις" ή "να παραμείνεις ζωντανός". Χρησιμοποιείται σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως σε καταστάσεις κινδύνου, φυσικές καταστροφές ή απλά για τον αγώνα της καθημερινής ζωής. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, ίσως περισσότερο στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτά κείμενα, κυρίως σε πλαίσια που σχετίζονται με τη ζωή και την επιβίωση.
Είναι απαραίτητο να μάθεις να επιβιώνεις στη φύση.
Muchas personas no saben cómo sobrevivir en situaciones extremas.
Η λέξη "sobrevivir" μπορεί να εμφανιστεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την επιβίωση ή την αντοχή σε δύσκολες καταστάσεις.
Να επιβιώνεις μέρα με τη μέρα είναι μια πρόκληση.
En tiempos difíciles, aprender a sobrevivir es vital.
Σε δύσκολους καιρούς, το να μάθεις να επιβιώνεις είναι ζωτικής σημασίας.
Algunos logran sobrevivir a situaciones de crisis gracias a su ingenio.
Μερικοί καταφέρνουν να επιβιώσουν σε καταστάσεις κρίσης χάρη στην εφευρετικότητά τους.
La capacidad de sobrevivir en la adversidad es admirable.
Η λέξη προέρχεται από τη λατινική λέξη "supervivere", που σημαίνει "να ζήσεις πέρα από", συνδυάζοντας το πρόθεμα "super-" (πάνω, πέρα) με την ρίζα "vivere" (να ζήσεις).