Solemne είναι ένα επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /soˈlem.ne/
Η λέξη solemne χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει κάτι που είναι σοβαρό, επίσημο ή μεγαλοπρεπές. Συχνά ανευρίσκεται σε νομικά ή επίσημα κείμενα καθώς και στις τελετές. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, ιδίως στον γραπτό λόγο, και χρησιμοποιείται σε πλαίσια που απαιτούν μια επισημότητα όπως γάμοι, κηδείες ή νομικές διαδικασίες.
La ceremonia fue muy solemne.
(Η τε ceremony ήταν πολύ επίσημη.)
El juez pronunció un discurso solemne.
(Ο δικαστής εκφώνησε έναν σοβαρό λόγο.)
Por la Navidad, organizamos una cena solemne.
(Για τα Χριστούγεννα, οργανώνουμε μια επίσημη δείπνο.)
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη solemne δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις όπου συνδυάζεται με άλλες λέξεις:
Se firmó un compromiso solemne entre las partes.
(Υπογράφηκε μια σοβαρή δέσμευση μεταξύ των μερών.)
etiquétta solemne
(Επίσημη ετικέτα)
La etiqueta solemne es fundamental en un evento formal.
(Η επίσημη ετικέτα είναι θεμελιώδης σε μια επίσημη εκδήλωση.)
día solemne
(Σοβαρή ημέρα)
Η λέξη solemne προέρχεται από το λατινικό solemnis, το οποίο σημαίνει "κανονισμένος, επίσημος", και σχετίζεται με την ιδέα της επισημότητας και της σοβαρότητας.
Συνώνυμα: - grave (σοβαρός) - formal (επίσημος) - majestuoso (μεγαλοπρεπής)
Αντώνυμα: - informal (ανεπίσημος) - trivial (ευτελής) - ligero (ελαφρός)