Το "sollozo" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /soˈʝoθo/
Η λέξη "sollozo" αναφέρεται σε μία δυνατή, έντονη κίνηση ήχου που προκύπτει συνήθως από το κλάμα. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον ήχο που κάνει κάποιος όταν κλαίει, ειδικά όταν το κλάμα είναι βαθύ ή συναισθηματικό. Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί περισσότερη συχνότητα στη λογοτεχνία, καθώς οι συγγραφείς ενδέχεται να περιγράψουν τις συναισθηματικές καταστάσεις με λεπτομέρεια.
Το παιδί άφησε έναν λυγμό όταν έχασε το παιχνίδι του.
Su sollozo resonó en toda la habitación.
Ο λυγμός του αντήχησε σε όλο το δωμάτιο.
Ella contenía el sollozo para no llamar la atención.
Η λέξη "sollozo" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τα συναισθήματα και το πένθος.
Δεν υπάρχει λυγμός που να μην σημαίνει μια σπασμένη καρδιά.
Su sollozo era la melodía de su tristeza.
Ο λυγμός του ήταν η μελωδία της θλίψης του.
El sollozo de la despedida resonó en el aire.
Ο λυγμός της αποχαιρετιστήριας αντήχησε στον αέρα.
Un sollozo puede expresar más que mil palabras.
Ένας λυγμός μπορεί να εκφράσει περισσότερα από χίλιες λέξεις.
Su sollozo era un grito de auxilio.
Η λέξη "sollozo" προέρχεται από το αρχαίο ισπανικό "solloçar", που σημαίνει "να κλαις" ή "να βγάζεις λυγμό". Η ρίζα της λέξης σχετίζεται με το πιο γενικό "sollozar", που αναφέρεται στο να κλαίει με σπασμούς.
Συνώνυμα: - Llorido (κλάμα) - Lamento (θρήνος)
Αντώνυμα: - Risa (γέλιο) - Alegría (χαρά)
Αυτή η ανάλυση καλύπτει την ολοκληρωμένη χρήση της λέξης "sollozo" στη γλώσσα Ισπανικά, παρέχοντας πληροφορίες για τη σημασία, την ετυμολογία, τη χρήση σε εκφράσεις, καθώς και παραδείγματα.