Το "sonarse" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "sonarse" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /soˈnaɾ.se/
Το "sonarse" είναι ένα αντωνυμικό ρήμα που καταγράφηκε στην ισπανική γλώσσα, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει την πράξη του να γίνεται αντιληπτός ή να ηχεί, συχνά στο πλαίσιο της μουσικής ή των ήχων. Χρησιμοποιείται συχνά και σε καθημερινές συνομιλίες, με υψηλή συχνότητα στη spoken γλώσσα, αλλά και σε γραπτό κείμενο.
¿Te suena esta canción?
Σου είναι οικείο αυτό το κομμάτι;
El teléfono sonó y me sonó familiar.
Το τηλέφωνο χτύπησε και μου ακούστηκε οικείο.
Cuando la vi, me sonó su cara.
Όταν την είδα, μου φάνηκε γνωστή η φάτσα της.
Η λέξη "sonarse" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά.
Sonarse la narices.
(Σημαίνει: Να φυσάς τη μύτη σου.)
Es normal sonarse la narices cuando tienes un resfriado.
(Είναι φυσιολογικό να φυσάς τη μύτη σου όταν έχεις κρυολόγημα.)
Sonarse cuando alguien habla de ti.
(Σημαίνει: Να ακούγεται κάποιος όταν μιλάει για σένα.)
Me soné cuando mi amigo mencionó mi nombre.
(Άκουσα όταν ο φίλος μου ανέφερε το όνομά μου.)
Sonarse en la cabeza.
(Σημαίνει: Να έχεις κάτι να σου γυρίζει στο μυαλό.)
Esa idea se me sonó en la cabeza toda la tarde.
(Αυτή η ιδέα μου γύριζε στο μυαλό όλη την απογευματινή.)
Η λέξη "sonarse" προέρχεται από το ρήμα "sonar", που σημαίνει "να ήχεί" ή "να ακούγεται", με την προσθήκη του αντωνυμικού προθέματος "se".
Αυτές οι πληροφορίες συνθέτουν μια πλήρη εικόνα για τη λέξη "sonarse" στην ισπανική γλώσσα.