Η λέξη "sonata" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "sonata" στα ισπανικά είναι /soˈnata/.
Η λέξη "sonata" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "σονάτα".
Η "sonata" αναφέρεται σε μια μορφή μουσικής σύνθεσης, συνήθως για ένα ή περισσότερα όργανα. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στη κλασική μουσική και συνδέεται με την τριμερή μορφή (A-B-A), που περιλαμβάνει εισαγωγή, ανάπτυξη και επαναφορά του θέματος. Στη γλώσσα των ισπανικών, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά, κυρίως σε μουσικά συμφραζόμενα, και εκφράζει κλασικές αναφορές, σόλο ή συμφωνικών έργων. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο συχνά στις κριτικές, τη μουσική εκπαιδευτική γλώσσα και τις αναλύσεις μουσικών έργων.
La sonata de Beethoven es una de las más conocidas.
(Η σονάτα του Μπετόβεν είναι μία από τις πιο γνωστές.)
Estudiamos la sonata en clase de música.
(Μελετήσαμε τη σονάτα στην τάξη μουσικής.)
Ella toca una sonata para piano.
(Αυτή παίζει μια σονάτα για πιάνο.)
Η λέξη "sonata" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, εδώ είναι μερικές προτάσεις που την περιλαμβάνουν:
Ese piano suena como una sonata de Mozart.
(Αυτό το πιάνο ακούγεται σαν μια σονάτα του Μότσαρτ.)
La sonata refleja la tristeza del compositor.
(Η σονάτα αντικατοπτρίζει τη θλίψη του συνθέτη.)
Disfruté de la sonata durante el concierto.
(Απόλαυσα τη σονάτα κατά τη διάρκεια της συναυλίας.)
Al escuchar la sonata, siento que vuelvo a otra época.
(Ακούγοντας τη σονάτα, νιώθω ότι επιστρέφω σε άλλη εποχή.)
Η λέξη "sonata" προέρχεται από το λατινικό "sonare", που σημαίνει "να παίζω" ή "να ηχώ". Πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει συγκεκριμένες μορφές μουσικής που συνηθίζονταν από τον 16ο αιώνα και μετά.
Συνώνυμα:
- Composición (σύνθεση)
- Música (μουσική)
Αντώνυμα:
- Silencio (σιωπή)
- Ruido (θόρυβος)