Η λέξη "sonoridad" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική της μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: [sonoɾiˈðad].
Η λέξη "sonoridad" αναφέρεται στην ποιότητα ή τον βαθμό που κάτι μπορεί να παράγει ή να μεταδώσει ήχους. Στη γλωσσολογία, αναφέρεται επίσης στην ηχητική ποιότητα της ομιλίας ή των ήχων που αναπαράγονται. Η χρήση της είναι συχνή και στους δύο τομείς, αλλά είναι πιο κοινή στο γραπτό πλαίσιο, κυρίως σε ακαδημαϊκά ή τεχνικά κείμενα.
Η ηχηρότητα της κλασικής μουσικής είναι εντυπωσιακή.
La sonoridad de su voz la hace destacar en el coro.
Η λέξη "sonoridad" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε κάποιες φράσεις που σχετίζονται με τη μουσική ή την ομιλία.
Η ηχηρότητα της καμπάνας αντήχησε σε όλο το χωριό.
La sonoridad del canto de los pájaros es muy relajante.
Η ηχηρότητα του τραγουδιού των πουλιών είναι πολύ χαλαρωτική.
La investigación sobre la sonoridad en el habla ha avanzado mucho.
Η λέξη "sonoridad" προέρχεται από το λατινικό "sonoritas" που σημαίνει "ηχηρότητα", το οποίο σχετίζεται με το "sonorus", που σημαίνει "ηχηρός".
Συνώνυμα: - Resonancia - Sonoridad - Eco
Αντώνυμα: - Silencio - Sordera - Mudez