Το "soplado" είναι επίθετο και μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως ουσιαστικό σε ορισμένα συμφραζόμενα.
[sopˈlaðo]
Η λέξη "soplado" προέρχεται από το ρήμα "soplar", που σημαίνει "να φυσάω". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει παραχθεί ή έχει δημιουργηθεί με έναν τρόπο που έχει σχέση με το φύσημα ή μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον/α που επιδεικνύει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, όπως την αφέλεια ή την εύκολη εξαπάτηση. Στο γεωλογικό πλαίσιο, μπορεί να αναφέρεται σε φαινόμενα που προκαλούνται από το φύσημα του αέρα. Στη γλώσσα, είναι πιο συνηθισμένο στις προφορικές συνομιλίες.
Συχνότητα χρήσης: Χρησιμοποιείται και στα προφορικά και στα γραπτά κείμενα, αν και ελαφρώς περισσότερο στον προφορικό λόγο.
Το παιδί ήταν φυσιστής μετά το τρέξιμο στο πάρκο.
El soplado del viento provocó un cambio en la temperatura.
Μην είσαι αφελής, κοίτα πριν διασχίσεις τον δρόμο.
Ese chiste me pareció muy soplado.
Αυτή η αστεία παρατήρηση μου φάνηκε πολύ αφελής.
Siempre se deja llevar por lo que le dicen, es un soplado.
Πάντα τον παρασέρνουν αυτά που του λένε, είναι αφελής.
Los soplados del viento a veces son peligrosos en el mar.
Η λέξη "soplado" προέρχεται από το ρήμα "soplar", το οποίο έχει λατινικές ρίζες (sufflare), όπου σημαίνει "να φυσάω" ή "να αναπνέω".
Συνώνυμα: - soplo (φυσήματος) - soplido (φυσώντας) - resoplado (φύσηγμα)
Αντώνυμα: - aspirado (που αναπνέεται ή αναπνέει)
Αυτή είναι μια αναλυτική προσέγγιση της λέξης "soplado" στη γλώσσα Ισπανικά.