Soplete είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /soˈplete/
Η λέξη soplete αναφέρεται συνήθως σε ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για τη συγκόλληση ή την προθέρμανση μετάλλων, το οποίο παράγει κατεύθυνση φλόγας. Χρησιμοποιείται σε πολυτεχνικά και κατασκευαστικά περιβάλλοντα. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή στο γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε επαγγελματικά και τεχνικά κείμενα, αλλά εμφανίζεται επίσης και σε προφορικές συζητήσεις που σχετίζονται με τη βιομηχανία.
El soplete se utiliza para soldar piezas metálicas.
(Το φλόγιστρο χρησιμοποιείται για τη συγκόλληση μεταλλικών κομματιών.)
En la clase de metalurgia, aprendimos a usar el soplete correctamente.
(Στην τάξη της μεταλλουργίας, μάθαμε να χρησιμοποιούμε σωστά το φλόγιστρο.)
Necesitamos un soplete más potente para este trabajo.
(Χρειαζόμαστε ένα πιο ισχυρό φλόγιστρο για αυτή τη δουλειά.)
Η λέξη soplete δεν εμφανίζεται πολύ συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στη δόμηση που παρατηρούμε σε άλλες λέξεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε εκφράσεις που συνδέονται με τη βιομηχανία και την κατασκευή.
Trabajar con el soplete es una habilidad que se debe aprender.
(Η εργασία με το φλόγιστρο είναι μια δεξιότητα που πρέπει να μάθει κανείς.)
Hay que tener cuidado al manejar el soplete.
(Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν χειριζόμαστε το φλόγιστρο.)
El soplete es esencial en trabajos de fontanería.
(Το φλόγιστρο είναι απαραίτητο σε εργασίες κοπής σωλήνων.)
Η λέξη soplete προέρχεται από τη λέξη soplar, που σημαίνει "φυσώ" ή "αναπνέω", υποδηλώνοντας την ενέργεια της παραγωγής κατεύθυνσης ροής αέρα ή φλόγας.
Συνώνυμα - Flama (φλόγα) - Soplador (φυσούν)
Αντώνυμα - Apagado (σβησμένο)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια σφαιρική κατανόηση της λέξης soplete στην ισπανική γλώσσα.