sorprender - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

sorprender (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "sorprender" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/sorˈprendeɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήσης

Το ρήμα "sorprender" σημαίνει να προκαλείς έκπληξη ή να ξαφνιάζεις κάποιον. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Η συχνότητα χρήσης του είναι υψηλή, καθώς οι άνθρωποι συχνά περιγράφουν καταστάσεις ή γεγονότα που τους εκπλήσσουν ή τους ξαφνιάζουν.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Me sorprendió el resultado del examen.
  2. Με εξέπληξε το αποτέλεσμα της εξέτασης.

  3. Ella siempre sorprende a sus amigos con buenas noticias.

  4. Αυτή πάντα ξαφνιάζει τους φίλους της με καλές ειδήσεις.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "sorprender" χρησιμοποιείται συχνά σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν ορισμένες από αυτές:

  1. ¡Qué sorpresa! Te he sorprendido.
  2. Τι έκπληξη! Σε ξάφνιασα.

  3. Me sorprende que no lo sepas.

  4. Με ξαφνιάζει που δεν το ξέρεις.

  5. Fue una sorpresa para todos cuando nos sorprendieron con regalos.

  6. Ήταν μια έκπληξη για όλους όταν μας ξάφνιασαν με δώρα.

  7. No te sorprendas si llego tarde.

  8. Μη ξαφνιαστείς αν αργήσω.

  9. El espectáculo realmente sorprendió a la audiencia.

  10. Το θέαμα πραγματικά ξάφνιασε το κοινό.

  11. Nunca me sorprende la creatividad de este artista.

  12. Ποτέ δεν με ξαφνιάζει η δημιουργικότητα αυτού του καλλιτέχνη.

Ετυμολογία

Η λέξη "sorprender" προέρχεται από το λατινικό "sorprendere", που σημαίνει "να πιάσεις από πάνω" ή "να καταλάβεις".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - asombrar - maravillar - desconcertar

Αντώνυμα: - decepcionar (να απογοητεύω) - predecir (να προβλέπω)



22-07-2024